ΠΕΘΑΙΝΕΙ ΓΙΑΤΙ ΕΙΝΑΙ ΤΣΙΓΓΑΝΑΚΙ;

Πώς το σχεδόν ανύπαρκτο από υποδομές θεσμικό προνοιακό σύστημα στην Ελλάδα, εξαφανίζεται  όταν πρόκειται να ασχοληθεί με την “έσχατη” κοινωνική ομάδα των Τσιγγάνων.

Ελένη Γεώργαρου, 13.1.2024

Δεν είναι ότι το διαβάζετε για πρώτη φορά, ότι στη χώρα μας όχι μόνο δεν υπάρχει κανένα οργανωμένο και σε τακτική λειτουργία κοινωνικό σύστημα προστασίας του Παιδιού, αλλά και αυτό το τυχαίο, το συμπτωματικό (αν τύχει ο Δήμος να έχει Ομάδες Προστασίας Ανηλίκων, αν τύχει να έχει κοινωνικό λειτουργό σε οποιαδήποτε άλλη υπηρεσία, αν τύχει αυτός να είναι «ελεύθερος» για να ασχοληθεί λόγω βεβαρημένου προγράμματος και αν τύχει να έχει και μια επιμόρφωση στην προστασία του Παιδιού) που στηρίζεται στη φιλοτιμία και μόνο των υπερφορτωμένων και απελπιστικά μόνων κοινωνικών λειτουργών, δεν ξυπνάει από το λήθαργό του παρά μόνο αφού το Παιδί κακοποιηθεί με κάθε δυνατό τρόπο, μερικές φορές  αφού θανατωθεί όπως δείχνουν τα πρόσφατα περιστατικά των μητέρων που η μία έπνιξε το βρέφος παιδί της στον Αλιάκμονα,  η άλλη (χθες) το γρονθοκόπησε μέχρι θανάτου, αρκετές θανάτωσαν νεογνά αμέσως μετά τη γέννησή τους  και όσο για τα μεγαλύτερα παιδιά, όλοι γνωρίζετε ακραία περιστατικά χρόνιας θυματοποίησης.

Δεν το διαβάζετε πρώτη φορά από τη γράφουσα, ότι το ό,ποιο προνοιακό σύστημα στην Ελλάδα για το Παιδί, όπως παραπάνω περιγράφηκε στην συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων επιλαμβάνεται όταν έχει συμβεί ήδη μεγάλο κακό στον παιδί. Αυτός είναι άλλωστε και ο λόγος που οι όψιμοι υποστηρικτές της αναδοχής και οι ημιμαθείς υποστηρικτές του υπάρχοντος συστήματος αυτής, δεν λειτουργεί με τις προϋποθέσεις άλλων χωρών με την εγκαιρότερη επέμβαση της Πρόνοιας και αφορά επίσης στην συντριπτική τους πλειονότητα, παιδιά που χρειάζονται μόνιμη τοποθέτηση μέσω της αναδοχής – υιοθεσίας και πολύ λιγότερα αναδοχή  μικρότερης ή μεγαλύτερης διάρκειας. Συνήθως, συμβαίνει να κακοποιείται άγρια το μεγαλύτερο ή ένα από τα παιδιά της οικογένειας και «κατά τύχη» να την γλυτώσουν και τα υπόλοιπα.

Αυτά για το γενικό πληθυσμό. Αν τώρα περάσουμε στον πληθυσμό των Τσιγγάνων και δη αυτών που ζουν σε καταυλισμούς, δεν υπάρχει καμιά απολύτως πιθανότητα κοινωνική υπηρεσία να ασχοληθεί με την κατάσταση παιδιών των Τσιγγάνων, καθώς υπάρχει μια «ιδιότυπη αντίστροφη ασυλία», μια αντίληψη που ουδέποτε συζητήθηκε ανοιχτά, αναλύθηκε, μετατράπηκε σε πολιτική και εφαρμόστηκε, μια στάση που όλοι όσοι ασχολούμαστε με την Παιδική Προστασία γνωρίζουμε αλλά απολύτως συνειδητά «κλείνουμε τα μάτια μας». Το συζητάμε μεταξύ μας, κουνάμε τα κεφάλια μας με νόημα αλλά μέχρι εκεί. ΄Αλλωστε αλήθεια από εμάς εξαρτάται;

Γιατί; Γιατί λίγο ο «βραχνάς» της πολιτικής ορθότητας και του δήθεν σεβασμού στον παραδοσιακό τρόπο ζωής των Τσιγγάνων (!!!), λίγο ο φόβος της εμπλοκής με μια κοινότητα που έχει τους δικούς της κανόνες ζωής, λίγο η αδιαφορία μας «που να μπλέκουμε τώρα με όλους αυτούς», λίγο γιατί, αν και δαπανήθηκαν τεράστια ποσά από ευρωπαϊκά κονδύλια για την περίφημη «κοινωνική ένταξη» των Τσιγγάνων, αυτά κατευθύνθηκαν στο μεγαλύτερο μέρος τους σε τσέπες έξυπνων «εργολάβων προγραμμάτων» και όχι σε βιώσιμες στο χρόνο παρεμβάσεις, άφησε μια ολόκληρη κοινωνική ομάδα που κατά τεκμήριο ζει σε καθεστώς ακραίας φτώχιας και αναλφαβητισμού, εντελώς στην μοίρα της.

Κατά καιρούς ευρωπαϊκά προγράμματα με ευαίσθητους και απόλυτα συνειδητοποιημένους εργαζόμενους για το έργο, εισχωρούν στο «άβατο» των καταυλισμών, και υλοποιούν το έργο που κλήθηκαν να εκτελέσουν, όμως όλα αυτά τελειώνουν μετά την ολοκλήρωση των προγραμμάτων, μην αφήνοντας απολύτως τίποτα πίσω τους. Και τα παιδιά; Το ίδιο και τα παιδιά, είναι παιδιά ενός άλλου Θεού, είναι παιδιά τα οποία δεν αγγίζει η Διεθνής Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Παιδιού, και κανένα από τα αυτονόητα δικαιώματα του υπόλοιπου πληθυσμού των παιδιών δεν ισχύει για αυτά. Εκτός, εκτός εάν φτάσουν στο κατώφλι της έσχατης κακοποίησης ή /και της θανάτωσης.  

Κανείς δεν ασχολείται με την εκπαίδευσή τους, με την υγεία τους, με την οικογενειακή φροντίδα, με την προστασία της σωματικής και ψυχικής τους ακεραιότητας ιδίως όταν προκύπτει έλλειμμα στα πρόσωπα φροντίδας και τις συνθήκες διαβίωσής τους. Γιατί το κράτος αρκείται στη χορήγηση επιδομάτων που μόνο στα παιδιά δεν πηγαίνουν και θεωρεί ότι ολοκλήρωσε την υποχρέωσή του απέναντί τους,   χωρίς καμιά εποπτεία στις συνθήκες ανατροφής των παιδιών. Και έρχεται με τη σειρά της η τοπική αυτοδιοίκηση,  οι Δήμοι που θεωρούν τη μεγαλύτερη ατυχία τους να έχουν στα όριά τους καταυλισμούς Τσιγγάνων καίτοι στις εκλογές τους θεωρούν μια καλή εκλογική πελατεία και τους «αξιοποιούν» καταλλήλως συνήθως μετά ευτελούς αντιτίμου.

Γιατί ένα παιδάκι, Τσιγγανάκι,  2-3 ετών – ο 4χρονος από τον καταυλισμό Βλυχό των Μεγάρων- που πήγε ακραία κακοποιημένο άλλες τρεις φορές στο Νοσοκομείο, ο αδελφός του επίσης  ξυλοκοπημένος όπως και τα μεγαλύτερα αδέλφια και φυσικά η μητέρα τους, έπρεπε να φτάσει στο θάνατο για να ασχοληθεί επιτέλους ο γιατρός που το φρόντισε, η κοινωνική υπηρεσία του Νοσοκομείου,  να βρει η Αστυνομία που μένουν (!) , να εκδοθεί εισαγγελική παραγγελία, να ασχοληθεί ίσως ο Δήμος Μεγάρων, να πάρει επιτέλους εμπρός «το γραφειοκρατικό τέρας» της Πρόνοιας που εθελοτυφθεί;

Και αφού γίνουν όλα αυτά  επιφυλάσσεται για όλα αυτά τα παιδιά η μοίρα του εγκλεισμού σε ιδρύματα, χωρίς καμιά πιθανότητα οικογενειακής αποκατάστασης διότι κακοποιημένα Τσιγγανόπουλα, αγόρια, με τεράστια τραυματικά βιώματα, ανύπαρκτη εκπαίδευση ακόμη και στην ηλικία των 11 ετών, δεν έχουν σχεδόν καμιά πιθανότητα αναδοχής μεμονωμένα, και απολύτως καμιά ως αδέλφια. Πόσο διαφορετικά θα ήταν τα πράγματα αν τα παιδιά παρακολουθούνταν και απομακρύνονταν πολύ μικρότερα, με όλες τις προοπτικές μπροστά τους. Το κοινωνικό σύστημα όμως, που το μόνο έργο του είναι να παράγει ανεφάρμοστους νόμου, επιφύλαξε τη μοίρα της συνεχούς κακοποίησης σε ένα μόρφωμα οικογένειας και στη συνέχεια σε ίδρυμα, άρα διαιώνιση της περιθωριοποίησης και επιστροφή στο ίδιο περιβάλλον με τη συμπλήρωση των 18. Και μετά αυτό το κράτος, θα απαιτήσει από αυτά τα παιδιά να πάνε στο στρατό, να υπηρετήσουν τη θητεία τους και να φανούν «καλοί» πολίτες. Ενώ το πιθανότερο, είναι είτε πριν είτε μετά την ενηλικίωσή τους, όπως σε ένα πολύ μεγάλο ποσοστό νέων Τσιγγάνων συμβαίνει, είναι να κάνουν τη «θητεία τους» στις φυλακές.

Μα θα μου πείτε υπάρχουν τα Κέντρα Κοινότητας Ρομά σε κάποιες περιοχές και αρκετά από αυτά λειτουργούν πράγματι αποτελεσματικά, αλλά βλέπετε η κακοποίηση δεν έρχεται συνήθως να χτυπήσει την πόρτα του Κέντρου Κοινότητας ειδικά ότι συγκαλύπτεται. Γι αυτό το φαινόμενο της κακοποίησης παιδιών δεν αντιμετωπίζεται από μία υπηρεσία. Αντιμετωπίζεται με τη συνεργασία της κοινωνικής υπηρεσίας του Δήμου, του σχολείου, του νοσοκομείου και στην περίπτωση των τσιγγάνικων κοινοτήτων με μια συστηματική συνεργασία με ένα τουλάχιστον πρόσωπο του καταυλισμού ως «διαμεσολαβητή» με τις κοινωνικές και άλλες υπηρεσίες που θα μεταφέρει τα προβλήματα. Καλά γίνεται αυτό, θα πείτε… Βεβαίως και γίνεται. Και επειδή η γράφουσα εργάστηκα πολλά χρόνια στην νομική συμβουλευτική και επίλυση νομικών (αστικού δικαίου) προβλημάτων Τσιγγάνων, οφείλω να καταθέσω ότι πολλοί από τους ανθρώπους που ανήκουν σε αυτήν την κοινότητα είναι ιδιαίτερα αξιοπρεπείς, φροντιστικοί, με σεβασμό και αγάπη στα παιδιά και στους ηλικιωμένους και επιθυμούν να συμβάλουν σε λύσεις. Αρκεί να έχουμε τη βούληση να παρέμβουμε.

Οφείλουμε ως κοινωνία να αφήσουμε την υποκρισία κατά μέρος. Οφείλει η Κοινότητα των ασχολούμενων με την Παιδική Προστασία (κράτος, τοπική αυτοδιοίκηση, ιδιώτες) να καταλήξει σε μια ενιαία στάση και πρακτική για την εφαρμογή του συστήματος παιδικής προστασίας ΓΙΑ ΟΛΑ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ, συνεπώς ΚΑΙ στην κοινότητα των Τσιγγάνων και όχι “Ρομά” όπως εσχάτως τους αποκαλούμε για να” χρυσώνουμε το χάπι” λεκτικά. Δεν γίνεται να εφαρμόζουμε την Διεθνή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού κατά το δοκούν. Εφαρμόζουμε…τρόπος του λέγειν.Οφείλει κάθε Δήμος με τσιγγάνικο πληθυσμό στα όριά του να συντονίζει ένα συνεχές σύστημα παρακολούθησης των οικογενειών με μικρά παιδιά και να εξηγήσει και στις ίδιες τις οικογένειες ότι η παράβαση υποχρεώσεων θα οδηγήσει τα παιδιά τους εκτός οικογένειας. Αυτό δεν σημαίνει σε καμιά περίπτωση ότι η απομάκρυνση των παιδιών από τις οικογένειες ή γονείς θα γίνεται εύκολα και χωρίς προσπάθεια υποστήριξης (πάντα με χρονοδιάγραμμα). Βεβαίως ναι, πολλά παιδιά τσιγγάνικης καταγωγής βρίσκονται στο Εθνικό Μητρώο Ανηλίκων, τα περισσότερα σε ιδρύματα και τα “τυχερά” βρέφη σε οικογένεια. Αλλά αυτά ανήκουν στις κατηγορίες που αναφέραμε και είναι ελάχιστα σε σχέση με τις πραγματικές ανάγκες (όπως άλλωστε και στο γενικό πληθυσμό).

Δεν σημαίνει επίσης ότι όλοι οι γονείς Τσιγγάνοι είναι κακοποιητικοί ή παραμελητικοί για τα παιδιά τους, ωστόσο σχεδόν όλοι οι «σκηνίτες» υπολείπονται κατά πολύ στις υποχρεώσεις σχετικά με τις υποχρεωτική εκπαίδευση των παιδιών, την υγιεινή τους, την προστασία της παιδικής ηλικίας από μια σειρά ερεθισμάτων ακατάλληλων για την ηλικία τους.

Επιτέλους, ας μην επιτρέψουμε άλλα εγκλήματα και ας αποδείξουμε ότι η Διεθνής Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού δεν είναι κενό γράμμα και δεν αφορά μόνο τον «πολιτισμένο» κόσμο. Και εύχομαι ολόψυχα να τα καταφέρει ο μικρός 4χρονος και να ζήσει, το σώμα του. Γιατί η ψυχή του έχει πεθάνει προ πολλού.   

Αφήστε μια απάντηση


The reCAPTCHA verification period has expired. Please reload the page.