ΔΙΚΑΣΤΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ ΤΩΝ ΠΡΑΞΕΩΝ (ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ/ΒΕΒΑΙΩΣΕΩΝ) ΤΩΝ ΟΡΓΑΝΩΝ ΤΩΝ ΤΜΗΜΑΤΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΜΕΡΙΜΝΑΣ ΤΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΑ ΕΙΔΙΚΑ (ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΟ) ΜΗΤΡΩΑ ΥΠΟΨΗΦΙΩΝ ΘΕΤΩΝ ΚΑΙ ΑΝΑΔΟΧΩΝ ΓΟΝΕΩΝ ΑΠΟ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ (ΣτΕ)

Η περίπτωση δικαίωσης πολίτη από το ΣτΕ που ζήτησε την ακύρωση απόφασης της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας για την εγγραφή της στο Ειδικό και Εθνικό Μητρώο Υποψηφίων Θετών Γονέων.

Της Ελένης Γεώργαρου 13/7/2023

Δεν υπάρχει καμιά διοικητική πράξη που να μην υπόκειται σε νομικό έλεγχο και κρίση, άλλως δεν θα ζούσαμε σε μια ευνομούμενη Πολιτεία και -παρ΄όλη την προβληματικότητά του και την ορθή κριτική που έχει υποστεί για το χαμηλό επίπεδό του- σε ένα σύστημα κράτους δικαίου. Είναι προφανές ότι από το γενικό αυτό κανόνα δεν μπορούν να εξαιρεθούν οι αποφάσεις (βεβαιώσεις ή απορρίψεις) πιστοποίησης καταλληλότητας υποψηφίων αναδόχων και θετών γονέων που λαμβάνονται από τα αρμόδια όργανα των Περιφερειών της χώρας, που είναι οι οριζόμενοι από τα Τμήματα Κοινωνικής Μέριμνας των Διευθύνσεων Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης των Περιφερειών ή των Π.Ε. κοινωνικοί λειτουργοί, που δυστυχώς εργάζονται ακόμη έξω από κάθε διεπιστημονική πλαισίωση, μόνοι και επιβαρυμένοι με πολλαπλά καθήκοντα. Ο νόμος 4538/2018 όπως εξαρχής συντάχθηκε και δημοσιεύθηκε και όπως στη συνέχεια τροποποιήθηκε, δεν είναι ένας καλογραμμένος και σωστός νόμος, σε σημαντικές διατάξεις του, όπως επανειλημμένα επισημάναμε. Και δεν είναι σωστός, όχι μόνο γιατί έρχεται σε σύγκρουση με τις διατάξεις του Αστικού Κώδικα και της Πολιτικής Δικονομίας σε σημαντικές και κρίσιμες διατάξεις (π.χ. το δικαίωμα ανάθεσης της πραγματικής φροντίδας του ανηλίκου στους έχοντες μόνο την επιμέλεια και όχι την επιτροπεία του ανηλίκου, όταν η νομοθεσία σαφώς απαιτεί, ο επίτροπος να λάβει και άδεια του δικαστηρίου για την ανάθεση της πραγματικής φροντίδας του παιδιού σε τρίτον), τις οποίες μάλιστα επικαλείται προς εντυπωσιασμό και μόνο, αν και παράγεται αντιφατικότητα. Μάλιστα οι αντιφάσεις αυτές προκαλούν σοβαρό πρόβλημα όταν οι υποθέσεις αναδοχής ή υιοθεσίας διαφύγουν της διοικητικής διαχείρισης και ακολουθήσει προσφυγή στην τακτική δικαιοσύνη. Την κατάσταση που έχει δημιουργηθεί, συχνά τραγελαφική αν δεν αφορούσε ανθρώπινες ζωές, δεν επιλύουν ούτε υπουργικές αποφάσεις συνήθως κακής νομοθετικής εργασίας, ούτε βέβαια οι ερμηνευτικές εγκύκλιοι που εξέδιδε σωρηδόν το αρμόδιο υπουργείο. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο, ότι το Τμήμα Αναδοχής και Υιοθεσίας του π. Υφυπουργείου Κοινωνικών Υποθέσεων δεν διαθέτει κανένα εξειδικευμένο νομικό στο θέμα που να μπορεί να ενισχύσει συμβουλευτικά τις υπηρεσίες της αρμόδιας Διοίκησης (κεντρικής και αυτοδιοικητικής). Τη “συμβουλευτική” σε σύνθετες περιπτώσεις χειρισμού υποθέσεων αναλαμβάνουν ανεπιτυχώς (εφόσον δεν γνωρίζουν το νομικό αντικείμενο) κοινωνικοί λειτουργοί και ψυχολόγοι, δίνοντας υπόσταση το λαϊκό ρητό “στους τυφλούς βασιλεύει ο μονόφθαλμος”.

Εδώ είναι σημαντικό να επισημειωθεί ότι η νομική επιστήμη (κοινωνική και ανθρωπιστική επιστήμη με την ευρεία έννοια ) όταν ασκείται με την ευρύτητα πνεύματος και τη διαλεκτική που είναι απαραίτητη για την διαχείριση ζητημάτων που άπτονται και άλλων επιστημονικών πεδίων (κοινωνιολογίας, ψυχολογίας, ιατρικής, κοινωνικής εργασίας) αλλά και με την θέση των ζητημάτων πάνω στο ισχύον νομοθετικό πλαίσιο σε κάθε περίπτωση, διευκολύνει και δεν παρεμποδίζει το έργο που πρέπει να γίνεται με κριτήριο την προστασία του συμφέροντος του παιδιού. Στο -μη- σύστημα παιδικής προστασίας που ισχύει στη χώρα μας, διαπιστώνουμε προχειρότητα, ανευθυνότητα και ανικανότητα που σχετίζεται με τα δικαιώματα ενηλίκων και παιδιών που σε κάθε περίπτωση εμπλέκονται με ένα ανερμάτιστο σύστημα κοινωνικής πρόνοιας, όπου η γνώμη του α ή του β διοικητικού υπαλλήλου αίφνης έχει μεγαλύτερη σημασία από την νομική τάξη ενώ υπάρχουν φορές που και εισαγγελική αρμοδιότητα υπερβαίνει τα εσκαμμένα σε σχέση με την μόνη αρμόδια οριστικά δικαστική Αρχή.

Μεγάλη και άδικη ταλαιπωρία για εκατοντάδες ή χιλιάδες υποψήφιους αναδόχους ή θετούς γονείς από την μία πλευρά και αντίστοιχου αριθμού ιδρυματοποιημένων ή σε κίνδυνο ιδρυματοποίησης παιδιών από την άλλη. Αντί το προνοιακό σύστημα να έχει προβλέψει εξαρχής την απαλλαγή νομικών προβλημάτων σε παιδιά και υποψήφιους ανάδοχους ή θετούς γονείς, αφήνει τους τελευταίους να αντιμετωπίζουν με τεράστιο ψυχικό και οικονομικό κόστος τα λάθη, τις αβλεψίες και τις παραλείψεις ενός συστήματος που έμαθε να λειτουργεί μηχανικά, στερεοτυπικά, απλοϊκά και ισοπεδωτικά λόγω ημιμάθειας σε βλάβη των συμφερόντων παιδιών και πολιτών.

Θύματα του συστήματος είναι και κάποια από τα Όργανά του. Οι κοινωνικοί λειτουργοί των Περιφερειών και των Δήμων , επιφορτισμένοι με πάμπολλα βάρη που δεν τους ανήκουν, αποκομμένοι από ένα σύμπλεγμα διεπιστημονικής κατάρτισης που οφείλει a priori να πλαισιώνει τη δουλειά τους, με μόνη συμβουλευτική από κάποιον άλλον ημιμαθή ή αμαθή κρίκο της διοικητικής αλυσίδας – όπως επισημάνθηκε πολλές φορές – βρίσκονται επιπρόσθετα στο στόχο της Δικαιοσύνης, η οποία θα κρίνει τις αποφάσεις τους και σε κάποιες περιπτώσεις θα τις ακυρώσει ως μη σύννομες, όπως στην απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας που παραθέτουμε.

Αρμόδιο δικαστήριο να κρίνει πράξεις και παραλείψεις της Διοίκησης στις περιπτώσεις αυτές είναι το Συμβούλιο της Επικρατείας.

Τρεις αποφάσεις εξέδωσε το Συμβούλιο της Επικρατείας κρίνοντας πράξεις της Διοίκησης: Των Περιφερειών Αττικής και Θεσσαλονίκης. Στην πρώτη περίπτωση δικαίωσε τη Διοίκηση, στη δεύτερη και τρίτη (αφορούν την ίδια υπόθεση με διαφορετική σύνθεση του Δικαστηρίου) ακύρωσε την πράξη απόρριψης εγγραφής μιας υποψήφιας θετής μητέρας στο Ειδικό και Εθνικό Μητρώο Υποψηφίων Αναδόχων Γονέων. Διαβάζοντας τις αποφάσεις, έχει ιδιαίτερη σημασία να μελετηθεί το σκεπτικό του Δικαστηρίου. Οι αποφάσεις είναι οι 1002/2021 Δ΄ Τμήματος ΣτΕ κατά της Περιφέρειας Αττικής και η 2174/2022 Δ΄Τμήματος ΣτΕ και 1154/2023 7μελής σύνθεση ΣτΕ κατά την Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας.

ΕΝΑ ΒΑΣΙΚΟ ΖΗΤΗΜΑ ΑΝΑΔΕΙΚΝΥΕΤΑΙ ΜΕΣΑ ΑΠΌ ΤΟ ΑΝΑΛΥΤΙΚΟ ΣΚΕΠΤΙΚΟ ΤΩΝ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ ΤΟΥ ΣτΕ. ΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΑΝΑΔΟΧΗΣ ΚΑΙ ΥΙΟΘΕΣΙΑΣ ΠΑΙΔΙΩΝ ΕΝΤΑΓΜΕΝΩΝ ΣΤΟ ΠΡΟΝΟΙΑΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΕΙ ΜΕ ΔΥΟ ΑΞΟΝΕΣ ΔΙΑΚΡΙΤΟΥΣ ΜΕΤΑΞΥ ΤΟΥΣ: Ο ΕΝΑΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΣ ΒΑΣΕΙ ΤΟΥ ΟΠΟΙΟΥ ΤΑ ΟΡΓΑΝΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ ΟΦΕΙΛΟΥΝ ΝΑ ΚΡΙΝΟΥΝ ΓΕΝΙΚΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΛΛΗΛΟΤΗΤΑ ΑΙΤΟΥΝΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΤΟΥΣΑΣ, ΝΑ ΕΝΤΑΧΘΕΊ ΣΤΑ ΘΕΣΜΟΘΕΤΗΜΕΝΑ ΜΗΤΡΩΑ ΚΑΙ Ο ΔΕΥΤΕΡΟΣ ΕΊΝΑΙ Ο ΔΙΚΑΣΤΙΚΟΣ ΠΟΥ ΘΑ ΚΡΙΝΕΙ ΕΑΝ ΚΑΠΟΙΟΣ ΠΟΥ ΕΧΕΙ ΤΗ ΓΕΝΙΚΗ ΚΑΤΑΛΛΗΛΟΤΗΤΑ ΝΑ ΕΊΝΑΙ ΑΝΑΔΟΧΟΣ ΄Η ΘΕΤΟΣ ΓΟΝΕΑΣ ΕΙΝΑΙ ΣΥΓΧΡΟΝΩΣ ΚΑΤΆΛΛΗΛΟΣ ΓΙΑ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΟ ΑΝΗΛΙΚΟ ΜΕ ΤΟΝ ΟΠΟΙΟ ΘΑ ΣΥΝΔΕΘΕΙ. Ο έλεγχος της καταλληλότητας από το δικαστήριο είναι άλλωστε και ο λόγος που σύμφωνα με τον Αστικό Κώδικα, η αναδοχή ενός παιδιού δεν μπορεί να συνάπτεται μόνο με μια ηλεκτρονική διαδικασία που περίπου επιβάλλει (πάλι έκνομα) σε έναν φορέα που απλώς έχει την επιμέλεια ενός παιδιού, να υλοποιήσει την αναδοχή ενός παιδιού με απόφασή του. Πάγια θέση μας είναι ότι οι αναδοχές ανηλίκων πρέπει υποχρεωτικά να γίνονται με δικαστική απόφαση και με τις προβλεπόμενες από τη βασική νομοθεσία διατάξεις (η αναδοχή συνάπτεται μόνο από τους φυσικούς γονείς ή τον επίτροπο του ανηλίκου μετά από άδεια του δικαστηρίου μετά από γνωμοδότηση του εποπτικού συμβουλίου). ΄Οσο για το επιχείρημα ότι μια δικαστική αναδοχή “αποκαλύπτει” τα πρόσωπα των αναδόχων στους φυσικούς γονείς, δεν έχουμε παρά να θεσπίσουμε τη μυστικότητα της αναδοχής όπως στην υιοθεσία, άλλωστε ούτε και σήμερα ισχύει η ό,ποια μυστικότητα, καθώς κατά τη διάρκεια της δίκης ανάθεσης της επιμέλειας του παιδιού απευθείας σε αναδόχους, καλούνται συχνά στην ίδια διαδικασία από κοινού οι ανάδοχοι και οι φυσικοί γονείς των παιδιών. Και συχνά επίσης, την προστασία του συμφέροντος του παιδιού μέσω της δικαστικής οδού αναλαμβάνουν οι ίδιοι οι ανάδοχοι γονείς αντί των ιδρυμάτων που το τελευταίο που τους ενδιαφέρει είναι το συμφέρον του παιδιού και το πρώτο, να απαλλαγούν από το βάρος διαχείρισης του περιστατικού.

Δημοσιεύουμε τις δύο αποφάσεις του ΣτΕ που αφορούν την ίδια υπόθεση και εκδόθηκαν από διαφορετική σύνθεση του Δικαστηρίου, κατά της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας, η οποία δεν μπήκε καν στον κόπο να παραστεί και να υπερασπιστεί την άποψη της υπαλλήλου της, κοινωνικής λειτουργού του Τμήματος Κοινωνικής Μέριμνας, με αποτέλεσμα να μην εισακουστούν τα επιχειρήματά της.

2174/2022 ΣΤΕ
(Α` ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ)

Υιοθεσία και Εθνικό Μητρώο Υποψηφίων Θετών Γονέων. Η διαδικασία εγγραφής στο Μητρώο συνιστά διακριτή διοικητική
διαδικασία σε σχέση με τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας ενώπιον των πολιτικών δικαστηρίων για την τέλεση της
υιοθεσίας, οι δε αναφυόμενες διαφορές υπάγονται στη δικαιοδοσία του ΣτΕ. Κριτήρια που συνεκτιμώνται για την εκτίμηση της
καταλληλότητας του υποψηφίου θετού γονέα. Η αίτηση εκδήλωσης ενδιαφέροντος για την εγγραφή στο Μητρώο απορρίπτεται
όταν βάσει του πορίσματος της κοινωνικής έρευνας εκτιμάται ότι στην περίπτωση του συγκεκριμένου ενδιαφερομένου δεν
παρέχονται επαρκή εχέγγυα για την επίτευξη εν γένει των στόχων του θεσμού της υιοθεσίας. Το αρνητικό πόρισμα της
έκθεσης κοινωνικής έρευνας που συντάχθηκε για την αιτούσα δεν φέρει την απαιτούμενη ειδική αιτιολογία και δεν μπορεί να
αποκλεισθεί ήδη σε αυτό το στάδιο η δυνατότητα εγγραφής της στο Μητρώο. Παραπομπή της υπόθεσης στην επταμελή
σύνθεση του Δ’ Τμήματος.

Αριθμός 2174/2022
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Δ΄
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 10 Μαΐου 2022, με την εξής σύνθεση: Ευθύμιος Αντωνόπουλος, Σύμβουλος της
Επικρατείας, Προεδρεύων, σε αναπλήρωση της Προέδρου του Τμήματος, που είχε κώλυμα, Ηλίας Μάζος, Όλγα
Παπαδοπούλου, Σύμβουλοι, Ουρανία Νικολαράκου, Χάιδω Ευαγγελίου, Πάρεδροι. Γραμματέας η Ιωάννα Παπαχαραλάμπους,
Γραμματέας του Δ΄ Τμήματος.
Για να δικάσει την από 30 Ιουνίου 2021 αίτηση:
της ….. του ….., κατοίκου ….. Θεσσαλονίκης (….), η οποία παρέστη με τον δικηγόρο Πέτρο Ζάπρο (Α.Μ. 4621 Δ.Σ.
Θεσσαλονίκης), που τον διόρισε με πληρεξούσιο και ο οποίος κατέθεσε δήλωση, σύμφωνα με το άρθρο 26 του ν. 4509/2017,
περί μη εμφανίσεώς του,
κατά της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας η οποία δεν παρέστη.
Με την αίτηση αυτή η αιτούσα επιδιώκει να ακυρωθούν: α) η σιωπηρή απόρριψη της υπ’ αριθ. …./18.8.2020 αιτήσεως περί
υιοθεσίας που υπέβαλε στο Τμήμα Κοινωνικής Μέριμνας της Διεύθυνσης Δημόσιας Υγείας και Κοινωνικής Μέριμνας της
Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας και β) η υπ’ αριθ. …./14.5.2021 αρνητική έκθεση κοινωνικής έρευνας του ίδιου ως άνω
Τμήματος της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας.
Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως της εισηγήτριας, Παρέδρου Ουρανίας Νικολαράκου.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ α ι

Α φ ο ύ μ ε λ έ τ η σ ε τ α σ χ ε τ ι κ ά έ γ γ ρ α φ α
Σ κ έ φ θ η κ ε κ α τ ά τ ο ν Ν ό μ ο

  1. Επειδή, για την άσκηση της υπό κρίση αιτήσεως έχει καταβληθεί το νόμιμο παράβολο (ηλεκτρονικό παράβολο με κωδικό
    …….).
  2. Επειδή, με την αίτηση αυτή, η οποία παραπέμφθηκε προς εκδίκαση στο Συμβούλιο της Επικρατείας με την 460/2021
    απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Θεσσαλονίκης, ζητείται, καθ’ ερμηνεία του δικογράφου, η ακύρωση της απορρίψεως από
    την Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας αιτήσεως της αιτούσας για την εγγραφή της στο Εθνικό Μητρώο Υποψηφίων Θετών
    Γονέων, η οποία εκδηλώθηκε με τη σύνταξη και ανάρτηση στο οικείο Πληροφοριακό Σύστημα της από 14.5.2021 αρνητικής
    εκθέσεως κοινωνικής έρευνας του Τμήματος Κοινωνικής Μέριμνας της Διεύθυνσης Δημόσιας Υγείας και Κοινωνικής Μέριμνας
    Μητροπολιτικής Ενότητας Θεσσαλονίκης της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας.
  3. Επειδή, παραδεκτώς χωρεί η συζήτηση της υποθέσεως παρά την απουσία της καθ’ ης η αίτηση Περιφέρειας Κεντρικής
    Μακεδονίας, εφ’ όσον σε αυτήν κοινοποιήθηκαν νομοτύπως, όπως προκύπτει από τα οικεία αποδεικτικά επιδόσεως, αντίγραφα
    της αιτήσεως ακυρώσεως και της από 23.3.2022 πράξεως της Προέδρου του Δ΄ Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας
    περί ορισμού δικασίμου και εισηγητού της υποθέσεως (βλ. το από 20.4.2022 αποδεικτικό επιδόσεως), αλλά και της
    προμνησθείσης 460/2021 παραπεμπτικής αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου Θεσσαλονίκης (βλ. το από 21.12.2021
    αποδεικτικό επιδόσεως).
  4. Επειδή, ο θεσμός της υιοθεσίας ρυθμίζεται στο δέκατο τρίτο κεφάλαιο (άρθρα 1542 έως 1588) του Τέταρτου Βιβλίου του
    Αστικού Κώδικα (ΑΚ), όπως το κεφάλαιο αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 του Πρώτου Μέρους του ν. 2447/1996 (Α΄
    278). Σύμφωνα με το άρθρο 1542 του ΑΚ «Η υιοθεσία επιτρέπεται με την εξαίρεση της περίπτωσης του άρθρου 1579, μόνο
    όταν αυτός που υιοθετείται είναι ανήλικος. Η υιοθεσία πρέπει να αποβλέπει στο συμφέρον του υιοθετούμενου». Στο δε άρθρο
    1543 του ΑΚ προβλέπεται ότι «Αυτός που υιοθετεί ανήλικο πρέπει να είναι ικανός για δικαιοπραξία να έχει συμπληρώσει τα
    τριάντα χρόνια του και να μην έχει υπερβεί τα εξήντα» και στο άρθρο 1544 ότι «Αυτός που υιοθετεί ανήλικο πρέπει να είναι
    μεγαλύτερος από τον υιοθετούμενο τουλάχιστον κατά δεκαοκτώ, αλλά όχι και περισσότερο από πενήντα χρόνια …» [όπως το
    εδάφιο αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 28 του ν. 2721/1999 (Α΄ 112)]. Ως προς τη διαδικασία της υιοθεσίας, στο άρθρο
    1549 του ΑΚ ορίζεται ότι «Η υιοθεσία τελείται με δικαστική απόφαση ύστερα από αίτηση του υποψηφίου θετού γονέα. Αυτός
    που υιοθετεί συναινεί αυτοπροσώπως ενώπιον του δικαστηρίου», στο άρθρο 1557 ότι «Πριν από την τέλεση της υιοθεσίας
    διεξάγεται από την κοινωνική υπηρεσία ή άλλη υπηρεσία ή κοινωνική οργάνωση, αναγνωρισμένη ότι ειδικεύεται στις
    υιοθεσίες, επισταμένη κοινωνική έρευνα και κατατίθεται εμπρόθεσμα στο δικαστήριο σύμφωνα με τα οριζόμενα ειδικότερα στο
    νόμο, σχετική έκθεση για το αν, με βάση τα στοιχεία που προέκυψαν, η συγκεκριμένη υιοθεσία συμφέρει ή όχι τον
    υιοθετούμενο» και στο άρθρο 1558 ότι «Το δικαστήριο απαγγέλει την υιοθεσία, εφόσον συντρέχουν οι όροι του νόμου και
    αφού διαπιστώσει, συνεκτιμώντας και την έκθεση του προηγούμενου άρθρου, ότι, εν όψει της προσωπικότητας, της υγείας και
    της οικογενειακής και περιουσιακής κατάστασης εκείνου που υιοθετεί και του υιοθετούμενου, καθώς και της αμοιβαίας
    ικανότητάς τους προσαρμογής, η υιοθεσία συμφέρει τον υιοθετούμενο». Τα σχετικά με την προβλεπόμενη στο άρθρο 1557
    του ΑΚ κοινωνική έρευνα ρυθμίσθηκαν με το άρθρο 7 του ν. 2447/1996, με το οποίο προβλέφθηκαν, στις παραγράφους 1 και
    3, τα εξής: «1. Η κοινωνική έρευνα που προβλέπεται από το άρθρο 1557 του Αστικού Κώδικα … θα πρέπει να αφορά κάθε
    θέμα που μπορεί να έχει σημασία για την υιοθεσία και ιδίως, την προσωπικότητα και την υγεία των ενδιαφερομένων, τα
    κίνητρα και την περιουσιακή κατάσταση του υποψηφίου θετού γονέα, την αμοιβαία ικανότητα προσαρμογής αυτού που
    υιοθετεί και εκείνου που υιοθετείται, καθώς και κάθε άλλο στοιχείο από το οποίο μπορεί να διαγνωσθεί αν η υιοθεσία θα
    αποβεί προς το συμφέρον του ανηλίκου. 2. … 3. Η κοινωνική έρευνα διεξάγεται ύστερα από αίτηση του υποψηφίου θετού
    γονέα. Αμέσως μετά την υποβολή της αίτησης, η κοινωνική υπηρεσία ή οργάνωση ορίζει τα πιστοποιητικά που κρίνει
    απαραίτητα για τη διεξαγωγή της έρευνας και υποβάλλει την έκθεσή της απευθείας στο δικαστήριο, μέσα σε αποκλειστική
    προθεσμία έξι (6) μηνών από την υποβολή ή την επίδοση σ’ αυτήν της σχετικής αίτησης για συγκεκριμένο παιδί, ανεξάρτητα
    αν προσκομίστηκαν τα στοιχεία που ζητήθηκαν. Η προθεσμία μπορεί να παρατείνεται, με ειδικά αιτιολογημένη απόφαση του
    Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, επί τρεις (3) ακόμη μήνες. Μετά την άπρακτη πάροδο της προθεσμίας, το
    δικαστήριο δικάζει χωρίς έκθεση. Κατά την κοινωνική έρευνα θα πρέπει ανάλογα με την ωριμότητα του παιδιού και
    οπωσδήποτε μετά τη συμπλήρωση του δωδέκατου (12) έτους του, να ζητείται και η δική του γνώμη η οποία θα πρέπει να
    αναφέρεται στη σχετική έκθεση» (βλ. και άρθρο 2 του π.δ. 226/1999 «Υπηρεσίες και οργανώσεις αρμόδιες για τη διεξαγωγή
    κοινωνικής έρευνας σε υιοθεσίες ανηλίκων κ.λπ.», Α? 190). Εξ άλλου, με τα άρθρα 20 επ. του ν. 4538/2018 «Μέτρα για την
    προώθηση των θεσμών της Αναδοχής και Υιοθεσίας» (Α΄ 85) θεσπίσθηκαν νέες ρυθμίσεις σχετικά με τη διαδικασία της
    υιοθεσίας. Βασική καινοτομία των ως άνω ρυθμίσεων αποτελεί η πρόβλεψη της σύστασης Εθνικού Μητρώου Υποψήφιων
    Θετών Γονέων. Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική έκθεση του νόμου, στο Μητρώο αυτό «θα εγγράφονται όλοι οι Υποψήφιοι
    Θετοί Γονείς από τον εκάστοτε φορέα εποπτείας. Πρόκειται ουσιαστικά για μια ιδιαιτέρως προοδευτική νομοθετική ρύθμιση,
    καθώς για πρώτη φορά οι Υποψήφιοι Θετοί Γονείς θα είναι υποχρεωμένοι να εγγράφονται, μετά την ολοκλήρωση όλων των
    κοινωνικών ελέγχων και των επιμορφωτικών προγραμμάτων, σε ένα κεντρικό, Εθνικό Μητρώο, πριν από την τοποθέτηση ενός
    παιδιού σε αυτούς». Με τον ίδιο νόμο προβλέφθηκε, επίσης, η τήρηση από το Εθνικό Κέντρο Κοινωνικής
    Αλληλεγγύης (Ε.Κ.Κ.Α.) του Εθνικού Μητρώου Ανηλίκων, «στο οποίο εγγράφονται υποχρεωτικά όλοι οι ανήλικοι που
    τοποθετούνται σε μονάδες παιδικής προστασίας και φροντίδας ή πρόκειται να τοποθετηθούν σε ανάδοχο γονέα … ή πρόκειται
    να υιοθετηθούν» (βλ. άρθρο 5 παρ. 1 του νόμου). Ως προς την τήρηση του Εθνικού Μητρώου Υποψηφίων Θετών Γονέων και
    των επιμέρους Ειδικών Μητρώων των οικείων υπηρεσιών, στο άρθρο 20 του ν. 4538/2018 ορίζονται τα εξής: «1. Το Ε.Κ.Κ.Α.
    τηρεί Εθνικό Μητρώο Υποψηφίων Θετών Γονέων στο οποίο καταχωρίζονται όλοι οι εγγεγραμμένοι στα επί μέρους Ειδικά
    Μητρώα Υποψήφιων Θετών Γονέων των αναφερόμενων στο άρθρο 22 αρμόδιων υπηρεσιών για τη διεξαγωγή της κοινωνικής
    έρευνας, εφόσον ολοκλήρωσαν με επιτυχία τα προγράμματα επιμόρφωσης του άρθρου 24. 2. Οι αρμόδιες υπηρεσίες, όπως
    ορίζονται στο άρθρο 22, τηρούν Ειδικά Μητρώα Υποψήφιων Θετών Γονέων. Για την εγγραφή στα Ειδικά Μητρώα είναι
    απαραίτητα τα εξής: α. υποβολή αίτησης ενδιαφέροντος ενώπιον των αρμόδιων υπηρεσιών του άρθρου 22, β. το
    ονοματεπώνυμο του υποψήφιου θετού γονέα, το επάγγελμα, η κατοικία και τα πλήρη δημογραφικά στοιχεία αυτού, όπως
    ημερομηνία γέννησης, φύλο, ιθαγένεια, ληξιαρχική πράξη γάμου και γέννησης τέκνων, καθώς και η κατάσταση της υγείας
    του, γ. η κοινωνική έκθεση της αρμόδιας κοινωνικής υπηρεσίας στην οποία βεβαιώνεται η καταλληλότητα του συγκεκριμένου
    υποψηφίου. Σε περίπτωση αρνητικής έκβασης της κοινωνικής έρευνας, ο αιτών έχει το δικαίωμα υποβολής νέας αίτησης
    ενδιαφέροντος μετά την παρέλευση τριετίας από την υποβολή της προηγούμενης [όπως η περίπτωση αυτή διαμορφώθηκε με
    την προσθήκη δευτέρου εδαφίου με το άρθρο 117 παρ. 9 του ν. 4604/2019 (Α? 50/26.3.2019)]. 3. Την ευθύνη εγγραφής
    στο Εθνικό Μητρώο φέρει η εκάστοτε αρμόδια για τη διεξαγωγή της κοινωνικής έρευνας κοινωνική υπηρεσία. Ειδικότερα στο
    Εθνικό Μητρώο αποστέλλονται τα δικαιολογητικά των περιπτώσεων α΄ έως γ΄ της παραγράφου 2, καθώς και η πιστοποίηση
    της αρμόδιας κοινωνικής υπηρεσίας για την ολοκλήρωση του εγκεκριμένου προγράμματος επιμόρφωσης του άρθρου 24. 4. Ο
    υποψήφιος θετός γονέας ο οποίος καταθέτει αίτηση υιοθεσίας σύμφωνα με το άρθρο 1549 Α.Κ., υποχρεούται εντός πέντε (5)
    ημερών από την κατάθεσή της, να την κοινοποιήσει στην αρμόδια κατά περίπτωση υπηρεσία του άρθρου 22 στην οποία έχει
    υποβάλει αίτηση ενδιαφέροντος … Η αρμόδια υπηρεσία καταχωρεί την ανωτέρω αίτηση στο Ειδικό Μητρώο Υποψήφιων Θετών
    Γονέων και στο Ειδικό Μητρώο Ανηλίκων, εντός 48 ωρών … [όπως η παράγραφος αυτή προστέθηκε με το άρθρο 117 παρ. 10
    ν. 4604/2019]». Περαιτέρω, στο άρθρο 22 του ως άνω νόμου ορίζεται ότι «Το άρθρο 1 του π.δ. 226/1999 αντικαθίσταται ως
    εξής: «Άρθρο 1 1. Αναγνωρίζονται ως εξειδικευμένες να διεξάγουν την προβλεπόμενη από το άρθρο 1557 του ΑΚ, κοινωνική
    έρευνα για τους υποψήφιους θετούς γονείς σε υιοθεσίες ανηλίκων που τελούνται στο εσωτερικό της χώρας, καθώς και να
    διαμεσολαβούν για την πραγματοποίηση των υιοθεσιών ανηλίκων που έχουν υπό την προστασία τους οι εξής υπηρεσίες: α. οι
    Διευθύνσεις Κοινωνικής Μέριμνας ή, κατά περίπτωση, τα Τμήματα Κοινωνικής Αλληλεγγύης των Διευθύνσεων Δημόσιας
    Υγείας και Κοινωνικής Μέριμνας των Περιφερειών / Περιφερειακών Ενοτήτων, β. οι Κοινωνικές Υπηρεσίες των Κέντρων
    Κοινωνικής Πρόνοιας Περιφερειών, όπως αυτά ορίζονται στην παρ. 3 του άρθρου 9 του ν. 4109/2013 (Α΄ 16), γ. τα Δημοτικά
    Βρεφοκομεία. 2. …» και στο άρθρο 23 ότι «Σε περίπτωση θετικής έκβασης της κοινωνικής έρευνας, η αρμόδια κοινωνική
    υπηρεσία εγγράφει τον υποψήφιο στο μητρώο που τηρεί σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 20 και διεξάγει το
    πρόγραμμα εκπαίδευσης του άρθρου 24. Μετά και την επιτυχή παρακολούθηση του προγράμματος εκπαίδευσης, η αρμόδια
    κοινωνική υπηρεσία υποχρεούται να μεριμνά για την εγγραφή των ενδιαφερομένων στο Εθνικό Μητρώο Υποψήφιων Θετών
    Γονέων της παραγράφου 1 του άρθρου 20». Επίσης, με το άρθρο 25 του ν. 4538/2018 αντικαταστάθηκε η παράγραφος 2 του
    άρθρου 7 του ν. 2447/1996 ως εξής: «Προϋπόθεση για την παράδοση του παιδιού στους υποψήφιους θετούς γονείς είναι η
    εγγραφή τους στο Εθνικό Μητρώο Υποψήφιων Θετών Γονέων». Περαιτέρω, με το άρθρο 24 του ν. 4704/2020 (Α΄ 133)
    προστέθηκε παράγραφος 5 στο άρθρο 7 του ν. 2447/1996, με την οποία παρεσχέθη εξουσιοδότηση για την έκδοση κοινής
    αποφάσεως των Υπουργών Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων και Ψηφιακής Διακυβέρνησης για τον καθορισμό της
    διαδικασίας, των αρμόδιων φορέων, της χρονικής διάρκειας και κάθε άλλου σχετικού θέματος που αφορά «στη σύνδεση των
    ανηλίκων που είναι εγγεγραμμένοι στο Εθνικό Μητρώο Ανηλίκων με τους υποψήφιους θετούς γονείς που είναι εγγεγραμμένοι
    στο Εθνικό Μητρώο Υποψηφίων Θετών Γονέων».
  5. Επειδή, κατ’ εξουσιοδότηση της ως άνω παρ. 5 του άρθρου 7 του ν. 2447/1996 εξεδόθη η υπ’ αριθμ. Δ11/
    οικ.31931/1272/4.8.2020 κοινή απόφαση της Υφυπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων και του Υπουργού
    Επικρατείας με τίτλο «Καθορισμός της διαδικασίας, των αρμόδιων φορέων, της χρονικής διάρκειας καθώς και κάθε άλλου
    σχετικού θέματος που αφορά στη σύνδεση των ανηλίκων που είναι εγγεγραμμένοι στο Εθνικό Μητρώο Ανηλίκων με τους
    υποψήφιους αναδόχους και τους υποψήφιους θετούς γονείς που είναι εγγεγραμμένοι στο Εθνικό Μητρώο Υποψηφίων
    Αναδόχων Γονέων και στο Εθνικό Μητρώο Υποψηφίων Θετών Γονέων αντιστοίχως» (Β΄ 3329/8.8.2020). Σύμφωνα με το
    άρθρο 2 της ως άνω κ.υ.α. «1. Οι διατάξεις της παρούσας εφαρμόζονται σε ανηλίκους, οι οποίοι είναι εγγεγραμμένοι στο
    Εθνικό Μητρώο Ανηλίκων με ΑΣΟΑ [Ατομικό Σχέδιο Οικογενειακής Αποκατάστασης] Αναδοχής ή Υιοθεσίας και σε υποψήφιους
    αναδόχους και υποψήφιους θετούς γονείς, οι οποίοι είναι εγγεγραμμένοι στο Εθνικό Μητρώο Υποψηφίων Αναδόχων και στο
    Εθνικό Μητρώο Υποψηφίων Θετών Γονέων, αντιστοίχως. Ειδικότερα για τις αιτήσεις, για τις οποίες η κοινωνική έρευνα
    ολοκληρώθηκε με θετικό πόρισμα μετά την 15η Απριλίου 2019, ήτοι μετά την έναρξη λειτουργίας του Πληροφοριακού
    Συστήματος Αναδοχής και Υιοθεσίας, η εγγραφή στο Εθνικό Μητρώο τελείται κατόπιν ολοκλήρωσης των εκπαιδευτικών
    προγραμμάτων των άρθρων 14 και 24 του ν. 4538/2018. 2. Εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής της παρούσας απόφασης:
    α) η υιοθεσία τέκνου συζύγου και β) η συγγενική αναδοχή …». Στο άρθρο 3 της κ.υ.α. καθορίζονται οι βασικές αρχές και αξίες
    που διέπουν τη διαδικασία σύνδεσης, όπως, μεταξύ άλλων, η εξυπηρέτηση, επιδίωξη και προστασία του βέλτιστου
    συμφέροντος του ανηλίκου, το δικαίωμα του ανήλικου για ένα κατάλληλο περιβάλλον που επιτρέπει τη σωματική, πνευματική,
    ψυχική, ηθική και κοινωνική ανάπτυξή του, η προώθηση της αποϊδρυματοποίησης και η διαφάνεια και η ίση μεταχείριση των
    αιτημάτων για αναδοχή και υιοθεσία. Εξ άλλου, στο Μέρος ΙΙ της κ.υ.α. που αφορά την υιοθεσία, η διαδικασία σύνδεσης
    ανηλίκων εγγεγραμμένων στο Εθνικό Μητρώο Ανηλίκων με υποψήφιους θετούς γονείς ρυθμίζεται ως εξής: Άρθρο 9
    «Πρόταση σύνδεσης»: «1. Το Π.Σ. [Πληροφοριακό Σύστημα Αναδοχής Υιοθεσίας] περιλαμβάνει τα Εθνικά Μητρώα Ανηλίκων
    και Υποψήφιων Θετών Γονέων … Η ταξινόμηση των εγγραφών … ακολουθεί τη χρονολογική σειρά εγγραφής. 2. Το Π.Σ.
    εκτελεί μία φορά το 24ωρο προγραμματισμένη διαδικασία, κατά την οποία, για κάθε εγγραφή παιδιού με ΑΣΟΑ Υιοθεσίας,
    αναζητείται η κατάλληλη εγγραφή υποψηφίων θετών γονέων. Κριτήρια αναζήτησης αποτελούν οι απαντήσεις που δόθηκαν
    στα ερωτηματολόγια για τον ανήλικο και για τους υποψήφιους θετούς γονείς, αντιστοίχως. 3. Εφόσον προκύψει κατάλληλη
    σύνδεση, τόσο η εγγραφή των υποψηφίων θετών γονέων, όσο και του ανήλικου επισημαίνεται στο Π.Σ. (ως «πρόταση
    σύνδεσης») και αποστέλλεται ηλεκτρονικό μήνυμα στον κοινωνικό λειτουργό, στον οποίο έχει ανατεθεί η αίτηση των
    υποψηφίων θετών γονέων καθώς και στον κοινωνικό λειτουργό, ο οποίος είναι υπεύθυνος για τον ανήλικο …». Άρθρο 10
    «Επεξεργασία της πρότασης σύνδεσης»: «1. Συνεργασία μεταξύ των κοινωνικών λειτουργών: εντός προθεσμίας πέντε (5)
    εργάσιμων ημερών από τη λήψη του ηλεκτρονικού μηνύματος της παρ. 3 του άρθρου 9 της παρούσης, πραγματοποιείται η
    πρώτη διά ζώσης συνάντηση μεταξύ του κοινωνικού λειτουργού, ο οποίος είναι υπεύθυνος για τον ανήλικο, και του
    κοινωνικού λειτουργού, στον οποίο έχει ανατεθεί η αίτηση των υποψηφίων θετών γονέων. Στη συνάντηση αυτή οι κοινωνικοί
    λειτουργοί παρουσιάζουν τα προφίλ του ανηλίκου και των υποψηφίων θετών γονέων αντίστοιχα, χωρίς κοινοποίηση των
    φακέλων. Η συνάντηση αυτή έχει ως σκοπό την εκατέρωθεν ενημέρωση και δεν οδηγεί στη λήψη απόφασης σχετικά με τη
    συνέχιση ή μη της διαδικασίας σύνδεσης. 2. Συνεργασία μεταξύ των κοινωνικών λειτουργών και των υποψηφίων θετών
    γονέων: εντός προθεσμίας πέντε (5) εργάσιμων ημερών από τη συνάντηση της προηγούμενης παραγράφου, πραγματοποιείται
    δεύτερη συνάντηση μεταξύ των δύο κοινωνικών λειτουργών και των υποψηφίων θετών γονέων. Κατά τη συνάντηση αυτή, ο
    κοινωνικός λειτουργός που εκπροσωπεί τον ανήλικο θέτει στη διάθεση των υποψηφίων θετών γονέων και του κοινωνικού
    λειτουργού που τους εκπροσωπεί, όλα τα στοιχεία του ανήλικου και παρουσιάζει με τον πλέον πρόσφορο τρόπο την
    προσωπικότητα, τις δραστηριότητες, τα ενδιαφέροντα, την κατάσταση υγείας του και ό,τι άλλο κρίνει απαραίτητο για την
    ενημέρωση των υποψηφίων θετών γονέων. Οι υποψήφιοι γονείς, επικουρούμενοι από τον κοινωνικό λειτουργό τους,
    παρουσιάζουν συνοπτικά τις δυνατότητες και τις προσδοκίες τους στον κοινωνικό λειτουργό του ανηλίκου. 3. … 4. Κατά την
    ολοκλήρωση του παρόντος σταδίου, η συμφωνία ή διαφωνία των δύο μερών ως προς την πρόταση σύνδεσης καταχωρείται
    στο Π.Σ. από τον κοινωνικό λειτουργό της αίτησης. Συγκεκριμένα, ο κοινωνικός λειτουργός της αίτησης μεριμνά για την
    καταχώρηση τόσο του δικού του πορίσματος όσο και εκείνου του κοινωνικού λειτουργού του ανηλίκου. Στην ειδικότερη
    περίπτωση διαφωνίας μεταξύ των υποψηφίων γονέων και του κοινωνικού τους λειτουργού υπερισχύει η άποψη των
    υποψηφίων γονέων. 5. Αν και τα δύο μέρη συμφωνούν με την πρόταση σύνδεσης, η συμφωνία δηλώνεται στο Π.Σ. ως
    «έγκριση» από τον κοινωνικό λειτουργό της αίτησης. Αν έστω ένα από τα δύο μέρη διαφωνεί, η διαδικασία διακόπτεται …».
    Άρθρο 11 «Περίοδος Προσαρμογής»: «1. Εντός εύλογης προθεσμίας από την καταχώρηση στο Π.Σ. της συμφωνίας των δύο
    μερών … πραγματοποιείται η πρώτη συνάντηση των υποψηφίων θετών γονέων με τον ανήλικο, στο χώρο διαμονής του
    ανηλίκου. Η συνάντηση αυτή σηματοδοτεί την έναρξη της περιόδου προσαρμογής μεταξύ του ανηλίκου και των υποψηφίων
    θετών γονέων. 2. Η περίοδος προσαρμογής διαρκεί κατ’ ελάχιστον δύο (2) ημερολογιακές εβδομάδες και κατά μέγιστο έναν
    (1) ημερολογιακό μήνα, με δυνατότητα παράτασης κατόπιν ειδικής τεκμηρίωσης, με λήψη υπόψη της γνώμης του ανηλίκου.
    Κατά τη διάρκεια της περιόδου προσαρμογής πραγματοποιούνται τουλάχιστον δέκα (10) συναντήσεις, σε διακριτές ημέρες …
  6. …». Άρθρο 12 «Τελική απόφαση επί της πρότασης σύνδεσης»: «1. Εντός δέκα (10) εργάσιμων ημερών από την
    ολοκλήρωση της περιόδου προσαρμογής, κατά την έννοια του άρθρου 7 της παρούσας, η τελική συμφωνία ή διαφωνία των
    δύο μερών ως προς την πρόταση σύνδεσης καταχωρείται στο Π.Σ. από τον κοινωνικό λειτουργό της αίτησης. Συγκεκριμένα, ο
    κοινωνικός λειτουργός της αίτησης μεριμνά για την καταχώρηση τόσο του δικού του πορίσματος όσο και εκείνου του
    κοινωνικού λειτουργού του ανηλίκου. Η γνώμη του ανηλίκου … πρέπει να αποτυπώνεται στο πόρισμα του κοινωνικού
    λειτουργού του. Στην ειδικότερη περίπτωση διαφωνίας μεταξύ των υποψηφίων γονέων και του κοινωνικού τους λειτουργού,
    υπερισχύει η άποψη των υποψηφίων γονέων. 2. Αν και τα δύο μέρη συμφωνούν με την πρόταση σύνδεσης, η συμφωνία
    δηλώνεται στο Π.Σ. ως «έγκριση» από τον κοινωνικό λειτουργό της αίτησης … Κατόπιν της ολοκλήρωσης της διαδικασίας
    σύνδεσης ανηλίκου και υποψηφίων θετών γονέων, ακολουθεί η τοποθέτηση του ανηλίκου στην θετή οικογένεια και η
    υποβολή αίτησης για υιοθεσία στο αρμόδιο δικαστήριο. 3. Αν έστω ένα από τα δύο μέρη διαφωνεί, η διαδικασία διακόπτεται …
  7. Αν οι υποψήφιοι θετοί γονείς απορρίψουν τρεις (3) προτάσεις σύνδεσης, ο κοινωνικός λειτουργός, στον οποίο έχει ανατεθεί
    η αίτησή τους, οφείλει να διερευνήσει περαιτέρω τους λόγους απόρριψης και δύναται να προβεί σε συμπληρωματική
    κοινωνική έρευνα, η οποία δύναται να οδηγήσει σε αναθεώρηση των [δηλωθεισών] προτιμήσεων των υποψηφίων θετών
    γονέων. 5. …».
  8. Επειδή, από τα εκτεθέντα στις προηγούμενες σκέψεις προκύπτει ότι με τα άρθρα 20 επ. του ν. 4538/2010 θεσπίσθηκαν
    νέες ρυθμίσεις σχετικά με τη διαδικασία της υιοθεσίας, οι οποίες συμπληρώνουν τη βασική ρύθμιση του Αστικού Κώδικα.
    Συγκεκριμένα, προβλέφθηκε η εγγραφή των ενδιαφερομένων, κατόπιν ελέγχου της καταλληλότητάς τους βάσει κοινωνικής
    έρευνας της αρμόδιας κοινωνικής υπηρεσίας και αφού παρακολουθήσουν σχετικά εκπαιδευτικά σεμινάρια, στο Εθνικό Μητρώο
    Υποψηφίων Θετών Γονέων. Η εγγραφή στο Μητρώο αυτό αποτελεί προϋπόθεση για την τοποθέτηση ανηλίκου σε Υποψήφιο
    Θετό Γονέα και την τέλεση της υιοθεσίας με την απαγγελία της με δικαστική απόφαση, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο
    1549 του ΑΚ, κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας (άρθρο 800 ΚΠολΔ). Ειδικώς για την υιοθεσία ανηλίκων που είναι
    εγγεγραμμένοι στο Εθνικό Μητρώο Ανηλίκων, μετά την εγγραφή των ενδιαφερομένων στο Εθνικό Μητρώο Υποψηφίων Θετών
    Γονέων ακολουθεί η τήρηση των σταδίων που προβλέπονται στην κ.υ.α. υπ’ αριθμ. Δ11/οικ.31931/1272/4.8.2020 για τη
    σύνδεση των ανηλίκων με τους υποψήφιους θετούς γονείς και την ολοκλήρωση της διαδικασίας της υιοθεσίας με την έκδοση
    της σχετικής δικαστικής απόφασης. Από τις προπαρατεθείσες δε διατάξεις συνάγεται ότι η κατ’ αρχήν καταλληλότητα του
    ενδιαφερομένου για την εγγραφή στο Εθνικό Μητρώο Υποψηφίων Θετών Γονέων ελέγχεται από τις αρμόδιες κατά το άρθρο
    22 του ν. 4538/2018 (άρθρο 1 π.δ. 226/1999) κοινωνικές υπηρεσίες, ενώ μετά την ολοκλήρωση της εγγραφής η συνδρομή
    των σχετικών προϋποθέσεων δεν ελέγχεται εκ νέου από το πολιτικό δικαστήριο, το οποίο εξετάζει την αίτηση υιοθεσίας
    συγκεκριμένου ανηλίκου από εγγεγραμμένο στο Μητρώο Υποψήφιο Θετό Γονέα. Προκύπτει, συνεπώς, ότι η προβλεπόμενη
    στις διατάξεις του ν. 4538/2018 διαδικασία εγγραφής στο Εθνικό Μητρώο Υποψηφίων Θετών Γονέων συνιστά διακριτή
    διοικητική διαδικασία σε σχέση με τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας ενώπιον των πολιτικών δικαστηρίων για την τέλεση
    της υιοθεσίας, οι δε διαφορές που γεννώνται από την άσκηση της σχετικής διοικητικής αρμοδιότητας έχουν τον χαρακτήρα
    διοικητικών διαφορών, οι οποίες υπάγονται στη δικαιοδοσία του Συμβουλίου της Επικρατείας.
  9. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, από τα στοιχεία του φακέλου της υποθέσεως προκύπτουν τα εξής: Η αιτούσα
    υπέβαλε, στις 3.9.2020, αίτηση εκδήλωσης ενδιαφέροντος για υιοθεσία συνοδευόμενη από τα απαιτούμενα δικαιολογητικά,
    μέσω του προβλεπομένου στην κ.υ.α. υπ’ αριθμ. Δ11/οικ.31931/1272/4.8.2020 Πληροφοριακού Συστήματος, ενώπιον της
    Διεύθυνσης Δημόσιας Υγείας και Κοινωνικής Μέριμνας Μητροπολιτικής Ενότητας Θεσσαλονίκης της Περιφέρειας Κεντρικής
    Μακεδονίας. Αφού ελέγχθηκαν τα υποβληθέντα δικαιολογητικά, η υπόθεση ανατέθηκε από τον Προϊστάμενο της ως άνω Διευθύνσεως σε κοινωνική λειτουργό της Υπηρεσίας, προκειμένου να διεξαγάγει την προβλεπόμενη κοινωνική έρευνα για τον
    έλεγχο της καταλληλότητας της αιτούσας για την εγγραφή της στο Εθνικό Μητρώο Υποψηφίων Θετών Γονέων. Στο πλαίσιο
    της έρευνας αυτής πραγματοποιήθηκαν περισσότερες συνεντεύξεις με την αιτούσα, μέσω τηλεδιάσκεψης ή στα γραφεία της
    υπηρεσίας, καθώς και κατ’ οίκον επισκέψεις, προκειμένου να ελεγχθούν οι συνθήκες διαβίωσης και ο χώρος κατοικίας της.
    Μετά την ολοκλήρωση της κοινωνικής έρευνας, η ορισθείσα κοινωνική λειτουργός συνέταξε την από 14.5.2021 έκθεση, η
    οποία απέβη αρνητική για την αίτηση της αιτούσας. Η έκθεση αυτή, συνυπογραφόμενη και από τον Προϊστάμενο του
    Τμήματος Κοινωνικής Μέριμνας της Διεύθυνσης Δημόσιας Υγείας και Κοινωνικής Μέριμνας Μητροπολιτικής Ενότητας
    Θεσσαλονίκης, αναρτήθηκε αυθημερόν στο οικείο Πληροφοριακό Σύστημα και, εν συνεχεία, κοινοποιήθηκε στην αιτούσα με
    το υπ’ αριθμ. …/19.5.2021 έγγραφο της Υπηρεσίας. Ακολούθως, η αιτούσα άσκησε την υπό κρίση αίτηση ενώπιον του
    Διοικητικού Εφετείου Αθηνών στρεφόμενη κατά της ως άνω έκθεσης κοινωνικής έρευνας, καθώς και κατά «της σιωπηρής,
    άλλως ρητής προφορικής απόφασης απόρριψης της αίτησής [της] για υιοθεσία».
  10. Επειδή, από τα οριζόμενα στα άρθρα 20 παρ. 2 περ. γ΄ και 23 του ν. 4538/2010 προκύπτει ότι η σύνταξη αρνητικής
    εκθέσεως κοινωνικής έρευνας συνεπάγεται τη διακοπή της διαδικασίας εξέτασης του αιτήματος εγγραφής στο Μητρώο
    Υποψηφίων Θετών Γονέων [Ειδικό και Εθνικό] και, κατ’ ακολουθίαν, επιφέρει την απόρριψη του αιτήματος. Συνεπώς, εν
    προκειμένω, με τη σύνταξη και ανάρτηση της από 15.9.2021 αρνητικής εκθέσεως κοινωνικής έρευνας εκδηλώθηκε η
    απόρριψη του αιτήματος που είχε υποβάλει η αιτούσα για την εγγραφή της στο Μητρώο Υποψηφίων Θετών Γονέων,
    προκειμένου να ακολουθήσουν τα επόμενα στάδια της διαδικασίας της υιοθεσίας ανηλίκου εγγεγραμμένου στο Εθνικό Μητρώο
    Ανηλίκων, όπως αυτά περιγράφονται στην κ.υ.α. υπ’ αριθμ. Δ11/οικ.31931/1272/4.8.2020 και να ολοκληρωθεί η διαδικασία
    αυτή με την έκδοση της απόφασης του πολιτικού δικαστηρίου. Η ως άνω απόρριψη συνιστά, σύμφωνα με τα γενόμενα δεκτά
    στην έκτη σκέψη, εκτελεστή διοικητική πράξη, από την αμφισβήτηση της νομιμότητας της οποίας γεννάται διοικητική διαφορά
    υπαγόμενη στη γενική ακυρωτική αρμοδιότητα του Συμβουλίου της Επικρατείας. Συνεπώς, αρμοδίως εισάγεται η κρινόμενη
    αίτηση ενώπιον του Δικαστηρίου κατόπιν της προμνησθείσης παραπεμπτικής αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών.
  11. Επειδή, στα άρθρα 20 – 23 του ν. 4538/2018 δεν καθορίζονται κατά τρόπο συγκεκριμένο τα κριτήρια, βάσει των οποίων
    εκτιμάται η καταλληλότητα του ενδιαφερομένου για την εγγραφή στο Μητρώο Υποψηφίων Θετών Γονέων (αρχικώς το Ειδικό
    και, εν συνεχεία, το Γενικό), εκτίμηση η οποία αποτελεί και το αντικείμενο της κοινωνικής έρευνας που διεξάγεται από την
    αρμόδια κοινωνική υπηρεσία. Προκειμένου δε η σχετική ρύθμιση του νόμου να κριθεί σύμφωνη με τα άρθρα 5 παρ. 1 και 21
    παρ. 1 του Συντάγματος και 8 της Ε.Σ.Δ.Α., τα κριτήρια αυτά πρέπει να αντληθούν από τη συνδυασμένη ερμηνεία των ως άνω
    διατάξεων του ν. 4538/2018 με τα άρθρα 1557 – 1558 του ΑΚ και 7 παρ. 1 του ν. 2447/1996, τα οποία αναφέρονται στην
    κοινωνική έρευνα που διεξάγεται με αντικείμενο την καταλληλότητα του υποψηφίου θετού γονέα για την υιοθεσία
    συγκεκριμένου ανηλίκου, το πόρισμα της οποίας υποβάλλεται ενώπιον του δικάζοντος κατά τη διαδικασία της εκούσιας
    δικαιοδοσίας πολιτικού δικαστηρίου για την τέλεση της υιοθεσίας. Συνάγεται, επομένως, ότι για την εκτίμηση της
    καταλληλότητας του υποψηφίου θετού γονέα συνεκτιμώνται κριτήρια όπως η εν γένει προσωπικότητά του, η κατάσταση της
    σωματικής και της ψυχικής του υγείας, τα κίνητρα και η περιουσιακή του κατάσταση, καθώς και οποιοδήποτε άλλο στοιχείο
    μπορεί να θεωρηθεί από τον κοινωνικό λειτουργό ως κρίσιμο για την επίτευξη των σκοπών της υιοθεσίας, με γνώμονα τη
    βέλτιστη εξυπηρέτηση του συμφέροντος του ανηλίκου. Κατά την έννοια των ιδίων ως άνω διατάξεων, τα προαναφερθέντα
    κριτήρια εκτιμώνται προσαρμοσμένα στην ιδιαιτερότητα του συγκεκριμένου σταδίου της διαδικασίας της υιοθεσίας, του
    σταδίου, δηλαδή, του ελέγχου της κατ’ αρχήν καταλληλότητας του ενδιαφερομένου να εγγραφεί στο Μητρώο Υποψηφίων
    Θετών Γονέων, ώστε να ακολουθήσει, σε επόμενο στάδιο, η διερεύνηση της δυνατότητας κατάλληλης σύνδεσης
    εγγεγραμμένου στο Εθνικό Μητρώο υποψηφίου θετού γονέα με συγκεκριμένο ανήλικο τέκνο, η οποία, προκειμένου περί
    ανηλίκων που είναι εγγεγραμμένοι στο Εθνικό Μητρώο Ανηλίκων, γίνεται βάσει της διαδικασίας που περιγράφεται στις
    διατάξεις της κ.υ.α. υπ’ αριθμ. Δ11/οικ.31931/1272/4.8.2020. Συνεπώς, η αίτηση εκδήλωσης ενδιαφέροντος για την εγγραφή
    στο Μητρώο απορρίπτεται όταν βάσει του πορίσματος της κοινωνικής έρευνας εκτιμάται, με γνώμονα τα προαναφερθέντα
    κριτήρια, ότι στην περίπτωση του συγκεκριμένου ενδιαφερομένου δεν παρέχονται επαρκή εχέγγυα για την επίτευξη εν γένει
    των στόχων του θεσμού της υιοθεσίας. Η κρίση αυτή των αρμοδίων κοινωνικών υπηρεσιών στηρίζεται μεν στις ειδικές γνώσεις
    και ουσιαστικές εκτιμήσεις των κοινωνικών λειτουργών που διεξάγουν την κοινωνική έρευνα, εν όψει, όμως, της ιδιαίτερης
    βαρύτητάς της και των συνεπειών της για την προσωπική κατάσταση του ενδιαφερομένου, απαιτεί ειδική τεκμηρίωση.
  12. Επειδή, εν προκειμένω, στην από 14.5.2021 έκθεση κοινωνικής έρευνας που συντάχθηκε επί της αιτήσεως της αιτούσας,
    καταγράφονται τα στοιχεία σχετικά με την ηλικία, τις σπουδές, την εργασία, την οικογενειακή και περιουσιακή κατάσταση και
    την κατάσταση υγείας της, τις συνθήκες διαβίωσης και τα στοιχεία του οικογενειακού ιστορικού της, καθώς και οι δηλώσεις και
    απαντήσεις της στα ερωτήματα που της τέθηκαν κατά τις πραγματοποιηθείσες συνεντεύξεις, προκειμένου να διερευνηθούν
    ζητήματα όπως τα κίνητρα και οι προσδοκίες της από την υιοθεσία, οι στάσεις και αντιλήψεις της ως προς τον θεσμό της
    υιοθεσίας και τα δικαιώματα του παιδιού, οι επιθυμίες της ως προς τα χαρακτηριστικά του προς υιοθεσία τέκνου, η δυνατότητα
    στήριξής της κατά την άσκηση των γονεϊκών της καθηκόντων από το ευρύτερο οικογενειακό ή από το φιλικό της περιβάλλον
    ή από άλλα δίκτυα κοινωνικής υποστήριξης. Η έκθεση καταλήγει στις εξής διαπιστώσεις ως προς την αιτούσα : «Η [αιτούσα]
    διαθέτει καλό βιοτικό και μορφωτικό επίπεδο. Σύμφωνα με τις γνωματεύσεις που κατατέθηκαν είναι κλινικά και ψυχικά υγιής.
    Στο ποινικό μητρώο γενικής χρήσης … δεν υπάρχουν εγγραφές ποινών. Στα κίνητρα της απόφασής της αναφέρει ότι η ίδια
    είναι μοναχοπαίδι και επιθυμεί το ΥΘΤ [Υποψήφιο Θετό Τέκνο] να αποτελέσει “τον πυρήνα της οικογενειακής της κατάστασης”.
    [Σε σχετικές ερωτήσεις η αιτούσα, η οποία είναι διαζευγμένη, είχε δηλώσει ότι μετά το διαζύγιό της είχε επιχειρήσει να
    αποκτήσει βιολογικό τέκνο με εξωσωματική γονιμοποίηση (7 προσπάθειες) χωρίς το επιθυμητό αποτέλεσμα]. Σύμφωνα με όσα
    δήλωσε η ΥΘΜ [Υποψήφια Θετή Μητέρα] δίνει ιδιαίτερη σημασία σε αξίες, τις οποίες επιθυμεί να αναγνωρίζει και το υποψήφιο
    θετό τέκνο … Η ΥΘΜ δηλώνει ότι επιθυμεί να προσφέρει και να καλλιεργήσει στο ΥΘΤ “κομμάτια μορφωτικής, πνευματικής
    υπόστασης και ψυχικής σύνδεσης καθώς και συνδυασμό υποστήριξης, υλικής και ψυχικής”. Επιθυμεί το ΥΘΤ να ασχοληθεί με
    τον αθλητισμό και να έχει μαθησιακά και καλλιτεχνικά ενδιαφέροντα, κοινά με τα δικά της. Από τα παραπάνω συμπεραίνεται
    ότι η [αιτούσα] έχει δημιουργήσει μια αποδεκτή φαντασιακή εικόνα του παιδιού … Από τα ανωτέρω προκύπτουν τα ακόλουθα:
    Η αιτούσα αναγνωρίζει ποια χαρακτηριστικά γνωρίσματα του παιδιού δεν αποδέχεται και το δηλώνει, όμως οι επιθυμίες της
    δεν μπορούν να θεωρηθούν παιδοκεντρικές, αλλά προσανατολισμένες σε διασφάλιση προσωπικών αναγκών και επιθυμιών – Η
    παραδοχή από την πλευρά της, ότι το παιδί πρέπει να είναι “καλής πάστας” και να μην έχει “εγκληματικές καταβολές”,
    δημιουργεί προβληματισμό, αναφορικά με τη γενικότερη στάση που θα επιδείξει απέναντι στο θετό τέκνο, αν εκείνο
    συμπεριφέρεται με τρόπο που το κατατάσσει στις παραπάνω κατηγορίες. Φαίνεται να αποδίδει μεγάλη βαρύτητα στον ήδη
    διαμορφωμένο χαρακτήρα του ΥΘΤ, παρά σε αυτόν που θα μπορούσε να διαμορφωθεί με τη δική της συνδρομή. – Η επιθυμία
    της ΥΘΜ να ασχοληθεί το ΥΘΤ με δραστηριότητες που ενδιαφέρουν και την ίδια, υποδηλώνει μια ανελαστική οπτική,
    αναφορικά με την στάση που θα επιδείξει στο να ακολουθήσει τελικά τις επιθυμίες του θετού παιδιού και να προσαρμοστεί η
    ίδια σε αυτές. – Όσον αφορά στο διαμέρισμα που κατοικεί η ΥΘΜ, προτάθηκε να γίνουν αλλαγές ώστε το σπίτι να
    αποσυμφορηθεί από το συνωστισμό αντικειμένων. Εν τέλει δεν έγιναν σημαντικές αλλαγές και δηλώθηκε ότι στο βεστιάριο, το
    οποίο θεωρείται προσωπικός της χώρος, το παιδί δεν θα εισέρχεται. Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι η ΥΘΜ έχει δυσκολία να
    αντιληφθεί την προσπάθεια που πρέπει να επιτελεστεί από την ίδια, ώστε το παιδί να νιώσει αποδεκτό και ευπρόσδεκτο και εν
    τέλει να δημιουργηθούν συναισθηματικοί δεσμοί μεταξύ τους. Φαίνεται, επίσης, ότι δεν είναι διατεθειμένη, στην παρούσα
    φάση, να κάνει αλλαγές στη ζωή και στις συνήθειές της, που θα διαμορφώσουν ένα περιβάλλον που θα μπορεί να
    προσαρμοστεί στην κάλυψη των αναγκών ενός θετού παιδιού. – Επιπρόσθετα, παρουσιάστηκε δυσκολία στην διερεύνηση της
    παρουσίας άμεσου υποστηρικτικού περιβάλλοντος στη ζωή της, γιατί δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ συνάντηση με την μητέρα
    της (αν και ζητήθηκε επανειλημμένως). Δε διαπιστώθηκε ότι υπάρχει άλλο υποστηρικτικό περιβάλλον, εκτός από τον παλιό
    παιδικό της φίλο και νυν πολιτικό της προϊστάμενο. – Τέλος, η ηλικία του παιδιού (8 ετών και άνω) [εν όψει της ηλικίας της
    αιτούσας, η οποία έχει γεννηθεί στις 11.9.1963 – βλ. άρθρο 1544 ΑΚ] αποτελεί παράγοντα που, σε συνδυασμό με τα
    παραπάνω, δημιουργούν προβληματισμό για την θετική πορεία της αιτούμενης υιοθεσίας. Ένα παιδί, σε αυτή την ηλικία, είναι
    πολύ πιθανό να φέρει τραυματικά βιώματα κι ως εκ τούτου συγκεκριμένες συμπεριφορές, που θα είναι δύσκολο να
    διαχειριστεί η αιτούσα, έπειτα από όσα έχει αναφέρει η ίδια. Η επιτυχία μιας υιοθεσίας βασίζεται στην ετοιμότητά της και στις
    δεξιότητες εκείνες που θα δημιουργήσουν μια ανιδιοτελή σχέση με το παιδί. Εν κατακλείδι και σύμφωνα με τα
    προαναφερθέντα προτείνεται η μη συνέχιση της διαδικασίας της αίτησης υιοθεσίας της αιτούσας».
  13. Επειδή, το ανωτέρω αρνητικό πόρισμα της έκθεσης κοινωνικής έρευνας που συντάχθηκε για την αιτούσα δεν φέρει την
    απαιτούμενη, κατά τα γενόμενα δεκτά στην ένατη σκέψη, ειδική αιτιολογία, εν όψει της ιδιαιτερότητας του συγκεκριμένου
    σταδίου της διαδικασίας της υιοθεσίας, δεδομένου ότι οι περιεχόμενες στην έκθεση διαπιστώσεις δεν τεκμηριώνουν επαρκώς
    την εκτίμηση ότι δεν παρέχονται επαρκή εχέγγυα για την ευόδωση οποιασδήποτε προσπάθειας σύνδεσης της αιτούσας με
    ανήλικο τέκνο προς υιοθεσία. Ειδικότερα, οι επιφυλάξεις που διατυπώνονται σχετικά με την ικανότητα επιτυχούς διαχείρισης
    εκ μέρους της αιτούσας της περίπτωσης υιοθεσίας τέκνου με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά (τραυματικά βιώματα, με
    αντίστοιχες συμπεριφορές), δεν στηρίζουν επαρκώς το αρνητικό πόρισμα της έκθεσης. Τούτο διότι η ικανότητα αυτή μπορεί να
    διαγνωσθεί καταλλήλως σε επόμενο στάδιο της διαδικασίας υιοθεσίας, όχι βάσει αφηρημένων εκτιμήσεων, αλλά κατά την
    εξέταση συγκεκριμένων προτάσεων σύνδεσης, ενώ, άλλωστε, η αιτούσα κατά τις συνεντεύξεις της δήλωσε ότι μπορεί να
    αναλάβει ένα παιδί που αντιμετωπίζει ψυχοσυναισθηματικές δυσκολίες. Συνεπώς, βάσει των ως άνω διαπιστώσεων, όπως είναι
    διατυπωμένες, δεν μπορεί να αποκλεισθεί ήδη σε αυτό το στάδιο η δυνατότητα εγγραφής της αιτούσας στο Μητρώο
    Υποψηφίων Θετών Γονέων. Περαιτέρω, οι επισημάνσεις που έχουν περιληφθεί στις τελικές διαπιστώσεις της έκθεσης, σχετικά
    με τον συνωστισμό των αντικειμένων εν γένει στο διαμέρισμα της αιτούσας, καθώς και στον ειδικό χώρο του βεστιαρίου, δεν
    είναι ικανές να στηρίξουν αυτοτελώς την κρίση περί μη καταλληλότητάς της για την εγγραφή στο Μητρώο Υποψηφίων Θετών
    Γονέων, λαμβανομένου, μάλιστα, υπ’ όψιν ότι στην οικεία ενότητα της κοινωνικής έκθεσης αναφέρεται ότι η αιτούσα έχει
    επιδείξει μέριμνα για την κατάλληλη διαμόρφωση του χώρου της κατοικίας της, ο οποίος προορίζεται να διατεθεί για την
    υποδοχή του θετού τέκνου. Ούτε, άλλωστε, οι διαπιστωθείσες δυσχέρειες στη διερεύνηση της παρουσίας άμεσου
    υποστηρικτικού περιβάλλοντος συνιστούν επαρκή αιτιολογία για την απόρριψη της αιτήσεως εγγραφής στο Μητρώο
    Υποψηφίων Θετών Γονέων. Τέλος, στην έκθεση περιέχεται μεν η διαπίστωση ότι «οι επιθυμίες της [αιτούσας] δεν μπορούν να
    θεωρηθούν παιδοκεντρικές», εν όψει, όμως, των δηλώσεων της ιδίας που έχουν καταγραφεί σχετικά με τις προσδοκίες της
    από την υιοθεσία και σύμφωνα με τις οποίες «επιθυμεί να προσφέρει πνευματική, ψυχική και υλική υποστήριξη σε ένα παιδί,
    το οποίο θα αποτελέσει “τον πυρήνα της οικογενειακής της κατάστασης”», δεν τεκμηριώνεται ότι τα κίνητρα της αιτούσας δεν
    συνάδουν προς τη βασική αρχή που διέπει τον θεσμό της υιοθεσίας, την εξυπηρέτηση, δηλαδή, του βέλτιστου συμφέροντος
    του υιοθετούμενου τέκνου, ώστε να αιτιολογείται η κρίση περί της μη καταλληλότητας της αιτούσας για την εγγραφή της στο
    Μητρώο Υποψηφίων Θετών Γονέων. Σύμφωνα με τα προαναφερθέντα, η ένδικη αρνητική έκθεση κοινωνικής έρευνας, με τις
    διαπιστώσεις που περιέχει, δεν φέρει την απαιτούμενη ειδική αιτιολογία για την απόρριψη του αιτήματος εγγραφής στο
    Μητρώο Υποψηφίων Θετών Γονέων.
  14. Επειδή, κατόπιν των ανωτέρω, η υπό κρίση αίτηση θα έπρεπε να γίνει δεκτή. Εν όψει, όμως, της σπουδαιότητας των
    τιθεμένων ζητημάτων, το Τμήμα υπό την παρούσα σύνθεσή του κρίνει ότι η υπόθεση πρέπει να παραπεμφθεί, σύμφωνα με το
    άρθρο 14 παρ. 5 του π.δ. 18/1989 (Α? 8), στην επταμελή σύνθεση, να ορισθεί ως εισηγητής η Πάρεδρος Ουρ. ΝικολαράκουΜαυρομιχάλη και δικάσιμος η 17.1.2023 και να κοινοποιηθεί η παρούσα απόφαση στους διαδίκους και στον έχοντα δικαίωμα παρεμβάσεως Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων.
    Δ ι ά τ α ύ τ α
    Απέχει να αποφανθεί οριστικώς.
    Παραπέμπει την υπόθεση στην επταμελή σύνθεση του Τμήματος.
    Ορίζει εισηγητή την Πάρεδρο Ουρ. Νικολαράκου – Μαυρομιχάλη και δικάσιμο την 17.1.2023.
    Διατάσσει την κοινοποίηση της παρούσας απόφασης στους διαδίκους και στον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων.
    Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 10 και 27 Οκτωβρίου 2022
    Ο Προεδρεύων Σύμβουλος Η Γραμματέας του Δ΄ Τμήματος
    Ευθύμιος Αντωνόπουλος Ιωάννα Παπαχαραλάμπους
    και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 8ης Νοεμβρίου 2022.

ΣτΕ Δ΄ 1154/2023 7μ : Υιοθεσία Ανηλίκων. Εγγραφή στο Εθνικό Μητρώο Υποψηφίων Θετών Γονέων. Ειδική διοικητική διαδικασία χωριστή από τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας ενώπιον των πολιτικών δικαστηρίων για την τέλεση συγκεκριμένης υιοθεσίας. Απόρριψη αιτήματος εγγραφής στο Μητρώο. Διοικητική διαφορά υπαγόμενη στην ακυρωτική δικαιοδοσία του Συμβουλίου της Επικρατείας.  Κριτήρια καταλληλότητας για την εγγραφή στο Μητρώο. 

ΣτΕ 1154/2023 Δ΄ Τμ. 7μ.

Πρόεδρος : Σπυριδούλα Χρυσικοπούλου, Αντιπρόεδρος

Εισηγητής : Ουρανία Νικολαράκου, Πάρεδρος

Υιοθεσία ανηλίκων. Καθιερώνεται ειδική διοικητική διαδικασία για τον έλεγχο της καταλληλότητας και την εγγραφή ενδιαφερομένου στο Εθνικό Μητρώο Υποψηφίων Θετών Γονέων, η οποία είναι χωριστή από τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας ενώπιον των πολιτικών δικαστηρίων για την τέλεση συγκεκριμένης υιοθεσίας. Από την απόρριψη αιτήματος για την εγγραφή στο Εθνικό Μητρώο Υποψηφίων Θετών Γονέων γεννάται διοικητική διαφορά υπαγόμενη στην ακυρωτική δικαιοδοσία του Συμβουλίου της Επικρατείας. Κριτήρια καταλληλότητας για την εγγραφή στο Μητρώο. Η σχετική κρίση των αρμοδίων κοινωνικών υπηρεσιών απαιτείται να είναι ειδικώς και επαρκώς τεκμηριωμένη.

I. Με τα άρθρα 20 επ. του ν. 4538/2018 θεσπίσθηκαν νέες ρυθμίσεις σχετικά με την υιοθεσία ανηλίκων και προβλέφθηκε η εγγραφή των ενδιαφερομένων, κατόπιν ελέγχου της καταλληλότητάς τους βάσει κοινωνικής έρευνας της αρμόδιας κοινωνικής υπηρεσίας, στο Εθνικό Μητρώο Υποψηφίων Θετών Γονέων. Η εγγραφή στο Μητρώο αυτό αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την τοποθέτηση ανηλίκου σε Υποψήφιο Θετό Γονέα και την τέλεση της υιοθεσίας του συγκεκριμένου ανηλίκου με την απαγγελία της με δικαστική απόφαση, σύμφωνα με το άρθρο 1549 του ΑΚ, κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας. Ειδικώς για την υιοθεσία ανηλίκων που είναι εγγεγραμμένοι στο Εθνικό Μητρώο Ανηλίκων, μετά την εγγραφή των ενδιαφερομένων στο Εθνικό Μητρώο Υποψηφίων Θετών Γονέων ακολουθεί η τήρηση των σταδίων που προβλέπονται στην κοινή υπουργική απόφαση υπ’ αριθμ. Δ11/οικ.31931/1272/4.8.2020 για τη σύνδεση ανηλίκου με τους υποψήφιους θετούς γονείς και την ολοκλήρωση της διαδικασίας της συγκεκριμένης υιοθεσίας με την έκδοση της σχετικής δικαστικής απόφασης. Η διαδικασία που καθιερώνεται με τις διατάξεις των άρθρων 20 επ. του ν.4538/2018 για την εγγραφή στο Εθνικό Μητρώο Υποψηφίων Θετών Γονέων αποτελεί ειδική διοικητική διαδικασία, χωριστή από τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας που διεξάγεται ενώπιον των πολιτικών δικαστηρίων για την τέλεση της συγκεκριμένης υιοθεσίας, οι δε διαφορές που ανακύπτουν από την εφαρμογή των πιο πάνω διατάξεων του ν. 4538/2018 δεν εμπίπτουν στη δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων, αλλά  έχουν τον χαρακτήρα διοικητικών διαφορών και υπάγονται στην ακυρωτική δικαιοδοσία του Συμβουλίου της Επικρατείας. Νομίμως παραπέμπεται λόγω αρμοδιότητας στο Συμβούλιο της Επικρατείας υπόθεση που αφορά την απόρριψη αιτήσεως εγγραφής στο Εθνικό Μητρώο Υποψηφίων Θετών Γονέων και, περαιτέρω, αρμοδίως εισάγεται η υπόθεση αυτή ενώπιον του Δ´ Τμήματος του Δικαστηρίου [πρβλ. και νομολογία γαλλικού Conseil d’État σε υποθέσεις που αφορούσαν την εφαρμογή διατάξεων που προβλέπουν τη χορήγηση διοικητικής άδειας ως προϋποθέσεως για την υιοθεσία παιδιών που έχουν τεθεί υπό τη μέριμνα του κράτους (pupilles de l’État) : CE της 4.11.1991, req. No 102611, M et Mme H. και req. No 107880, Président du conseil général des Yvelines/Mlle L., CE της 24.4.1992, req. No 124503, Département du Loiret/M. X, CE της 28.7.2006, req. No 289621, Département des Yvelines/Mme A. κ.ά.]

ΙΙ. Η σύνταξη αρνητικής εκθέσεως κοινωνικής έρευνας επί αιτήσεως ενδιαφερομένου για την εγγραφή του στο Εθνικό Μητρώο Υποψηφίων Θετών Γονέων συνεπάγεται τη διακοπή της διαδικασίας εξέτασης της αιτήσεως και, κατ’ ακολουθίαν, επιφέρει την απόρριψη αυτής. Η ως άνω απόρριψη συνιστά ατομική εκτελεστή διοικητική πράξη παραδεκτώς προσβαλλόμενη με αίτηση ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας.

ΙΙΙ. Τα κριτήρια, βάσει των οποίων εκτιμάται η καταλληλότητα του ενδιαφερομένου για την εγγραφή του στο Εθνικό Μητρώο Υποψηφίων Θετών Γονέων προκύπτουν από την ερμηνεία των διατάξεων των άρθρων 20 επ. του ν. 4538/2018, υπό το φως των άρθρων 5 παρ.1 και 21 παρ.1 του Συντάγματος και 8 της Ε.Σ.Δ.Α., σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 1557 – 1558 του ΑΚ και 7 παρ. 1 του ν. 2447/1996. Συνάγεται, επομένως, ότι συνεκτιμώνται κριτήρια όπως η εν γένει προσωπικότητά του, η κατάσταση της σωματικής και της ψυχικής του υγείας, τα κίνητρα και η περιουσιακή του κατάσταση, καθώς και οποιοδήποτε άλλο στοιχείο μπορεί να θεωρηθεί από τον κοινωνικό λειτουργό ως κρίσιμο για την επίτευξη των σκοπών της υιοθεσίας, με γνώμονα τη βέλτιστη εξυπηρέτηση του συμφέροντος του ανηλίκου. Ιδίως εξετάζεται αν διασφαλίζονται πρόσφορες συνθήκες υποδοχής για την κάλυψη των υλικών, πνευματικών, κοινωνικών και συναισθηματικών αναγκών ανηλίκου τέκνου. Τα προαναφερθέντα κριτήρια εκτιμώνται προσαρμοσμένα στην ιδιαιτερότητα του συγκεκριμένου διακεκριμένου σταδίου της διαδικασίας της υιοθεσίας, ώστε να ακολουθήσει, σε επόμενο στάδιο, η διερεύνηση της δυνατότητας κατάλληλης σύνδεσης εγγεγραμμένου στο Εθνικό Μητρώο υποψηφίου θετού γονέα με συγκεκριμένο ανήλικο τέκνο. Η αίτηση εκδήλωσης ενδιαφέροντος για την εγγραφή στο Μητρώο απορρίπτεται όταν βάσει του πορίσματος της κοινωνικής έρευνας εκτιμάται ότι ο συγκεκριμένος ενδιαφερόμενος προδήλως δεν παρέχει επαρκή εχέγγυα για οποιαδήποτε σύνδεση με ανήλικο και την επίτευξη εν γένει των στόχων του θεσμού της υιοθεσίας. Η κρίση αυτή των αρμοδίων κοινωνικών υπηρεσιών στηρίζεται μεν στις ειδικές γνώσεις και ουσιαστικές εκτιμήσεις των κοινωνικών λειτουργών που διεξάγουν την κοινωνική έρευνα, εν όψει, όμως, της ιδιαίτερης βαρύτητάς της και των συνεπειών της για την προσωπική κατάσταση του ενδιαφερομένου, απαιτείται να είναι ειδικώς και επαρκώς τεκμηριωμένη.

IV. Δεν αιτιολογείται νομίμως η απόρριψη του αιτήματος της αιτούσας για την εγγραφή της στο Μητρώο Υποψηφίων Θετών Γονέων, δεδομένου ότι οι περιεχόμενες στην έκθεση κοινωνικής έρευνας διαπιστώσεις δεν τεκμηριώνουν επαρκώς την εκτίμηση ότι η αιτούσα προδήλως δεν παρέχει επαρκή εχέγγυα για την σύνδεσή της με οποιοδήποτε ανήλικο τέκνο προς υιοθεσία (με μειοψ.).

Αφήστε μια απάντηση


The reCAPTCHA verification period has expired. Please reload the page.